Η Ταμασσός υπήρξε μία από τις σημαντικότερες πόλεις – βασίλεια της αρχαιότητας στην Κύπρο. Βρίσκεται γύρω στα 21 χλμ νοτιοδυτικά της Λευκωσίας και το μεγαλύτερο μέρος της απλώνεται κάτω από τα σύγχρονα χωριά Πολιτικό, Πέρα και Επισκοπιό. Η πόλη γνώρισε μεγάλη ακμή εξαιτίας κυρίως της εκμετάλλευσης των πλούσιων κοιτασμάτων χαλκού που βρίσκονταν στην περιοχή.
Οι ανασκαφές που έχουν γίνει ανά καιρούς από ομάδες αρχαιολόγων έφεραν στο φως σπουδαία ευρήματα που ανάγονται σε διαφορετικές περιόδους της ιστορίας της Κύπρου. Παρόλα αυτά δεν υπάρχουν ακόμα οποιαδήποτε στοιχεία που να φανερώνουν το πότε και από ποιούς ιδρύθηκε η πόλη της Ταμασσού. Γεγονός αποτελεί το ότι η περιοχή ήταν κατοικημένη από τη Χαλκολιθική εποχή (3900 π.Χ.).Όπως έχει αναφερθεί προηγουμένως ο πληθυσμός του οικισμού αυξήθηκε ραγδαία κατά την Ύστερη εποχή του Χαλκού εξαιτίας της εντατικής εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων του χαλκού. Σε αυτή την περίοδο χρονολογούνται τάφοι και εγκαταστάσεις επεξεργασίας των μεταλλευμάτων.
Η Ταμασσός οργανώθηκε σε βασίλειο κατά την άφιξη των Αχαιών στην Κύπρο και τον εξελληνισμό του νησιού. Από τη συγκεκριμένη περίοδο έχουν ανευρεθεί πολύ σπουδαία αρχαιολογικά ευρήματα, όπως δύο μεγαλοπρεπείς βασιλικοί τάφοι, ιερό αφιερωμένο στη θεά Αφροδίτη, μέρος των οχυρώσεων της πόλης και εγκαταστάσεις επεξεργασίας του χαλκού.
Συγκεκριμένα οι δυο υπόγειοι κτιστοί τάφοι χρονολογούνται στα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. και σίγουρα ανήκαν σε τοπικούς άρχοντες. Ο μεγαλύτερος τάφος αποτελείται από ένα δρόμο με σκαλοπάτια, από ένα προθάλαμο και από τον νεκρικό θάλαμο. Ο δεύτερος τάφος είναι απλούστερος, καθώς αποτελείται μόνο από τον δρόμο με τα σκαλοπάτια και από ένα ορθογώνιο θάλαμο. Το αξιοσημείωτο πάντως των δύο αυτών τάφων είναι τα ασβεστόλιθα γλυπτά ( σφίγγες και λιοντάρια), τα οποία ήταν πιθανότατα τοποθετημένα στην είσοδό τους. Τόσο οι σφίγγες όσο και τα λιοντάρια αποτελούσαν φύλακες των τάφων, ενώ τα λιοντάρια αποτελούσαν παράλληλα σύμβολο δύναμης, ισχύς και επιβολής. Οι σφίγγες παρουσιάζονται να κάθονται αναπαυτικά με το ένα πόδι επάνω στο άλλο και παρουσιάζουν ένα συγκερασμό στοιχείων της αιγυπτιακής με την ελληνική τέχνη. Τα γλυπτά αυτά εκτίθενται σήμερα στο Κυπριακό Μουσείο στη Λευκωσία.
Εκτός από τη βασιλική νεκρόπολη της Ταμασού υπάρχει ακόμη ένα νεκροταφείο, το οποίο χρονολογείται στους αρχαϊκούς χρόνους και βρίσκεται στα βορειοδυτικά του χωριού Πολιτικό. Οι τάφοι είναι λαξευτοί και αποτελούνται από κυκλικούς ακανόνιστους θαλάμους.
Κατά την αρχαϊκή περίοδο ξεχωρίζει και το ιερό αφιερωμένο στη θεά Αφροδίτη. Από το ιερό έχουν ανευρεθεί βωμός από ακατέργαστους ασβεστόλιθους μαζί με διάφορα αφιερωματικά αγγεία, θυμιατήρια και λύχνους, καθώς και πήλινα και πέτρινα αγαλματίδια. Από επιγραφική μαρτυρία διαφαίνεται ότι στο βασίλειο της Ταμασσού υπήρχε και ναός αφιερωμένος στην Κυβέλη (Μητέρα των Θεών). Άλλες θεότητες που λατρεύονταν ήταν θεότητες του δωδεκάθεου, όπως ο Απόλλωνας, ο Ασκληπιός και ο Διόνυσος. Μάλιστα στην περιοχή έχει ανευρεθεί ένα τεράστιο ορειχάλκινο άγαλμα του θεού Απόλλωνα, από το οποίο διασώθηκε μόνο το κεφάλι του και το οποίο δυστυχώς βρίσκεται εκτός Κύπρου. Αυτά τα εξαίρετα έργα τέχνης και τα λαμπρά ιερά αποδεικνύουν τον πλούτο και την ευμάρεια που υπήρχαν στο συγκεκριμένο βασίλειο.
Το βασίλειο της Ταμασσού εξακολουθούσε να υπάρχει και κατά την περίοδο των Ρωμαϊκών και Ελληνιστικών χρόνων, όπως αποδεικνύεται από τα διάφορα ευρήματα.
Επίσης αξίζει να αναφερθεί ότι η πόλη αποτέλεσε μια από τις πρώτες χριστιανικές επισκοπικές έδρες της Κύπρου (μέσα 1ου αιώνα μ.Χ.) με πρώτους επισκόπους τον άγιο Ηρακλείδιο και τον άγιο Μνάσωνα.
Η παρακμή της Ταμασσού ξεκίνησε τον 10ο αιώνα μ.Χ., περίοδος κατά την οποία ξεκίνησε και η παρακμή των μεταλλείων. Στη συνέχεια η πόλη αντικαταστάθηκε από μικρούς οικισμούς, όπως το Πολιτικόν και το Επισκοπειόν.