Το εξωκλήσι του Αγίου Μνάσωνα συναντάται στην νοτιοδυτική πλευρά της Ποταμιού, ένα γραφικό ημιορεινό χωριό της επαρχίας Λεμεσού. Παρόλο που είναι ερειπωμένο, το εξωκλήσι αποτελεί ένα θαυμαστό μνημείο, αρχιτεκτονικής σημασίας , το οποίο ανάγεται περίπου στο 300μ.Χ.
Υπάρχουν δυο εκδοχές σχετικά με το άγιο που έζησε και έδρασε στο εξωκλήσι. Η πρώτη εκδοχή αναφέρει ότι το εξωκλήσι συνδέεται με τον επίσκοπο Ταμασσού, ο οποίος υπήρξε μαθητής και διάδοχος του αγίου Ηρακλειδίου. Σύμφωνα με τοπικές παραδόσεις ο άγιος Μνάσωνας πέρασε από το χωριό την περίοδο που δίδασκε το χριστιανισμό στην Πάφο. Η δεύτερη εκδοχή και η επικρατέστερη αναφέρει ότι στο εξωκλήσι είχε ασκητέψει και ταφεί ο όσιος Μνάσωνας, ένας τοπικός ασκητής. Τα στοιχεία που αποδεικνύουν τη συγκεκριμένη εκδοχή είναι η ύπαρξη στο εξωκλήσι κατακόμβων και σε μία από αυτές, σύμφωνα με τον Νεόφυτο Ροδινό , φυλάσσεται το ιερό λείψανο του αριστερού βραχίονα του Οσίου. Επίσης από την εικόνα που βρέθηκε στο εξωκλήσι και ανάγεται περί τα τέλη του 19ου αιώνα παρουσιάζει τον Άγιο ως ασκητή και διαφέρει από τις εικόνες που αναφέρονται στον Άγιο Μνάσωνα Επίσκοπο Ταμασσού. Τέλος σύμφωνα με πηγές από σημαντικούς χρονογράφους, όπως τον Λεόντιο Μαχαιρά και τον αρχιεπίσκοπο Κυπριανό, ο Άγιος Μνάσωνας, ο επίσκοπος Ταμασσού δεν έζησε ουδέποτε ως ασκητής, ενώ τάφηκε στο χωριό Πολιτικό, όπου ανεγέρθηκε και μοναστήρι αφιερωμένο σε αυτόν. Συνεπώς όλες οι πληροφορίες συντείνουν στο ότι το εξωκλήσι της Ποταμιού είναι αφιερωμένο στον όσιο ασκητή Μνάσωνα.
Στα κατάλοιπα του εξωκλησιού διακρίνονται διπλή τοιχοποιία στο εσωτερικό της, μισογκρεμισμένες καμάρες και ένας υπόγειος διάδρομος σε όλο το μήκος του. Εικάζεται πως ο υπόγειος διάδρομος αποτελούσε έξοδο διαφυγής για τους καταδιωκόμενους χριστιανούς. Σε ένα κούφωμα στη βόρεια πλευρά του πιστεύεται ότι βρίσκεται ο τάφος του αγίου.
Για το εξωκλήσι, το οποίο φέρει έντονα τα σημάδια του χρόνου, γίνονται προσπάθειες από το 2008 για αποκατάσταση του απ το Τμήμα Αρχαιοτήτων, ενώ πόροι για τη συντήρηση του προέρχονται και από χορηγίες.