Κατά τη διάρκεια του περιπετειώδους ταξιδιού του Οδυσσέα προς την πατρίδα του την Ιθάκη , προσορμίζει το καράβι του στο νησί των Λωτοφάγων, ένα νησί κοντά στις ακτές της Βόρειας Αφρικής. Ο Οδυσσέας στέλνει τρεις από τους συντρόφους του για να εξερευνήσουν την περιοχή. Εκεί θα συναντήσουν τους Λωτοφάγους, ένα φιλόξενο και φιλικό λαό, οι οποίοι τους προσφέρουν το καρπό του λωτού. Τρώγοντας τον καρπό του λωτού οι ναύτες δεν επιθυμούσαν πλέον να επιστρέψουν στην πατρίδα τους λησμονώντας από πού έρχονται και πού πηγαίνουν. Ανήσυχος ο Οδυσσέας πηγαίνει να τους βρει . Μόλις τους βρίσκει τους οδηγεί με το ζόρι στα καράβια τους, ενώ σταδιακά οι ναύτες βρίσκουν το μνημονικό τους. Το φυτό αυτό αναφέρεται εκτός από τον Όμηρο και από άλλους αρχαίους συγγραφείς, όπως τον Ηρόδοτο και το Θεόφραστο.

Ο Οδυσσέας παίρνει με τη βία τους συντρόφους του απο το νησί των Λωτοφάγων
Αυτός λοιπόν ο καρπός του λωτού πιστεύεται πως προέρχεται από το φυτό παλλούρα ή αλλιώς κονναρκά ( επιστημονική ονομασία : Zizyphus lotus), ένα ιδιαίτερα κοινό φυτό της Κύπρου που αυτοφύεται σε πολλές περιοχές του νησιού, κυρίως στην περιοχή της Μεσαορίας. Συναντάται σε άγονα χωράφια και κατά μήκος του δρόμου. Πρόκειται για ένα φυλλοβόλο θάμνο ύψους μέχρι δυο μέτρων, ο οποίος ανθίζει από το μήνα Μάιο και αργότερα. Τα φύλλα αυτού του φυτού είναι μικρού μεγέθους, λεία, χρώματος ανοικτού πράσινου. Οι καρποί του είναι σφαιρικοί, κοκκινοκαφέ χρώματος και μπορούν να καταναλωθούν, έχοντας μια ιδιαίτερα γλυκιά γεύση. Τα κόνναρα όπως είναι γνωστοί αυτοί οι καρποί χρησιμοποιούνται και για φαρμακευτικούς σκοπούς. Σε αλλοτινές εποχές, όπως την περίοδο της Φραγκοκρατίας τα κόνναρα εντάσσονταν στον κατάλογο των άγριων φρούτων της Κύπρου και αποτελούσαν μέρος της βασικής διατροφής των Κυπρίων.
Το φυτό αυτό έχει δώσει το όνομα του και σε μια φράση που χρησιμοποιείται στην καθομιλουμένη και προέρχεται από την κυπριακή παράδοση. «Μα νομίζεις ότι τρώω κόνναρα;» : τη φράση αυτή τη χρησιμοποίει κάποιος θέλοντας να δηλώσει πως δεν ξεγελιέται εύκολα από τα λόγια του συνομιλητή του.

Η παλλούρα συνδέεται και με τη θρησκευτική παράδοση, συγκεκριμένα με το κτίσιμο της Αγίας Μαρίνας στην κατεχόμενη σήμερα Τύμπου, της επαρχίας Λευκωσίας. Σύμφωνα λοιπόν με την παράδοση η Αγία Μαρίνα παρουσιάστηκε στον ύπνο του ιερέα της κοινότητας και του ζήτησε το κτίσιμο της εκκλησίας στο χώρο όπου βρισκόταν η παλλούρα. Τότε έπειτα από εισφορές των κατοίκων του χωριού κτίστηκε η εκκλησία και η παλλούρα θεωρείτο ιερός χώρος. Μάλιστα όταν υπήρχαν αρρώστιες ή κάποιο κακό στο χωριό η παλλούρα περιτριγυριζόταν με άσπρο νήμα πιστεύοντας ότι αυτό θα έδιωχνε το κακό. Αρκετές φορές οι κάτοικοι του χωριού προσπάθησαν να ξεκινήσουν το κτίσιμο της εκκλησίας ξεριζώνοντας την παλλούρα, αλλά ενώ το επιχειρούσαν εμφανιζόταν ένα μεγάλο μαύρο φίδι, το οποίο οι κάτοικοι πίστευαν πως ήταν η Αγία Μαρίνα και τους καταδίωκε. Τελικά αποφάσισαν να αφήσουν την παλλούρα απείρακτη και να κτίσουν δίπλα της την εκκλησία.

Αξίζει να αναφερθεί πως από το συγκεκριμένο φυτό ήρθε και η ονομασία της Ιεράς Μονής της Παναγίας της Παλλουριώτισσας, μιας από τις αρχαιότερες μονές της Κύπρου, καθώς σύμφωνα με την παράδοση η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας(14ος αιώνας) είχε βρεθεί μέσα στα κλαδιά μιας μεγάλης παλλούρας που βρισκόταν στην περιοχή. Από τη συγκεκριμένη Μονή μεταγενέστερα πήρε την ονομασία της και η περιοχή της Παλλουριώτισσας της επαρχίας Λευκωσίας. Από την παλλούρα προήλθε και η εκκλησίας της Παναγίας της Παλλουριώτισσας στην Ποταμιά, εξαιτίας της ύπαρξης στην περιοχή μεγάλου αριθμού παλλούρων.

Παναγία Παλλουριώτισσα στην Ποταμιά