Με τον όρο πανίδα εννοούμε το σύνολο των ζωικών ειδών μιας γεωγραφικής περιοχής ή μιας χρονικής περιόδου. Τόσο η πανίδα όσο και η χλωρίδα του νησιού είναι αποτέλεσμα της εξέλιξης των ειδών μέσα στο χρόνο έχοντας πάρει τα στοιχεία τους από τις τρεις ηπείρους με τις οποίες γειτνιάζει (Ευρώπη, Αφρική, Ασία). Έτσι, τόσο η χλωρίδα όσο και η πανίδα του νησιού παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον με κάποια είδη να απαντώνται μόνο εδώ , ενώ κάποια άλλα να θεωρούνται εισαγμένα. Σύμφωνα με το Υπουργείο Γεωργίας και Φυσικών Πόρων μέχρι σήμερα στον κυπριακό χώρο έχουν καταγραφεί 30 είδη θηλαστικών, 25 είδη αμφιβίων και ερπετών , 370 είδη πουλιών , 250 είδη ψαριών και 6000 περίπου είδη εντόμων.

Μέσα από διάφορες αρχαιολογικές ανασκαφές διαφαίνεται πως στην Κύπρο κατά την αρχαιότητα ζούσαν διάφορα είδη θηλαστικών που στην πορεία όμως εξαφανίστηκαν. Τέτοια ήταν οι νάνοι ελέφαντες και οι νάνοι ιπποπόταμοι, θηλαστικά τα οποία έφτασαν στο νησί από γειτονικές ακτές είτε κολυμπώντας είτε επιπλέοντας πάνω σε κορμούς δέντρων και που με την εγκατάσταση τους εδώ υπέστησαν μεγάλες εξελικτικές αλλαγές, όπως ήταν ο νανισμός. Κατά την Νεολιθική και Χαλκολιθική περίοδο εμφανίζονται στο νησί και διάφορα είδη ελαφιών, από τα οποία κάποια φαίνεται να ζούσαν μέχρι και τα Μεσαιωνικά χρόνια. Το εντατικό όμως κυνήγι τους έφερε σταδιακά την εξαφάνιση τους. Με τον ίδιο τρόπο φαίνεται να είχαν εξαφανιστεί και οι αγριόχοιροι από το νησί.
Το μοναδικό θηλαστικό, το οποίο έχει επιβιώσει από τα προϊστορικά χρόνια είναι το αγρινό, ένα είδος αγριοπροβάτου μοναδικό σε ολόκληρο τον κόσμο και το μεγαλύτερο και πιο άγριο θηλαστικό που υπάρχει στην Κύπρο. Καθώς και αυτό το είδος θηλαστικού κινδύνευσε με εξαφάνιση, εξαιτίας του εντατικού κυνηγιού, οι αρμόδιες αρχές έχοντας ως στόχο την προστασία του, κήρυξαν ολόκληρο το Κρατικό Δάσος της Πάφου σε προστατευόμενη περιοχή, όπου απαγορεύεται το κυνήγι.

Η αλεπού αποτελεί το μοναδικό σαρκοφάγο θηλαστικό στην Κύπρο. Η κυπριακή αλεπού ανήκει στο είδος της κόκκινης αλεπούς (Vulpes vulpes) και είναι ένα από τα 47 υποείδη που ζουν στον πλανήτη μας. Η κόκκινη αλεπού είναι το μεγαλύτερο σε διαστάσεις είδος ανάμεσα σε όλα τα είδη αλεπούδων, με ιδιαίτερο χαρακτηριστικό γνώρισμα της την μακριά και εντυπωσιακή ουρά της. Ο πληθυσμός της είχε μειωθεί σημαντικά κατά τις προηγούμενες δεκαετίες, καθώς κυνηγήθηκε ανελέητα αφού θεωρήθηκε επιβλαβές για τη γεωργία και το θήραμα. Σύμφωνα όμως με πρόσφατες επιστημονικές μελέτες κάτι τέτοιο δεν υφίσταται αντιθέτως διαδραματίζει ωφέλιμο ρόλο στα φυσικά οικοσυστήματα και πλέον σε πολλές χώρες θεωρείται προστατευόμενο είδος. Φημίζεται για την πονηριά και την εξυπνάδα της και για το λόγο αυτό τη συναντάμε ευρέως σε παραμύθια, παροιμίες και παραδόσεις, ενώ δάνεισε το όνομά της για το χαρακτηρισμό ανθρώπων που φέρουν τέτοια γνωρίσματα.

Ένα άλλο μικρό θηλαστικό, το οποίο εντοπίζεται στην Κύπρο είναι και ο σκαντζόχοιρος. Το συμπαθητικό αγκαθωτό και συγχρόνως ντροπαλό αυτό ζωάκι έχει μέγεθος γύρω στα 18 με 25 εκατοστά. Είναι νυχτόβιο ζώο δηλαδή κρύβεται όλη την ημέρα στη φωλιά του και βγαίνει τη νύχτα για να βρει την τροφή του. Τρέφεται με έντομα, σαλιγκάρια, φρούτα και φίδια. Τον χειμώνα οι σκαντζόχοιροι πέφτουν σε χειμέρια νάρκη. Στην Κύπρο οι μεγάλοι εχθροί τους αποτελούν τα αυτοκίνητα, καθώς μεγάλοι πληθυσμοί σκαντζόχοιρων σκοτώνονται,ενώ διασχίζουν τους δρόμους, αλλά και τα φυτοφάρμακα που απελευθερώνονται στο περιβάλλον και προκαλούν την δηλητηρίαση τους.

Η νυχτερίδα αποτελεί το μοναδικό θηλαστικό στον κόσμο που πετά. Στην Κύπρο, από τα 1000+ είδη νυχτερίδων, υπάρχουν μόνο 16 είδη. Εξαιτίας της ιδιόμορφης εμφάνισης τους, που μοιάζουν με ποντίκι με δερμάτινες φτερούγες, αλλά και το νυκτόβιο χαρακτήρα τους αποτελεί ένα ζώο που προκαλεί σε πολλούς απέχθεια, ενώ έχει συνδεθεί με δοξασίες και σκοτεινούς μύθους. Το μεγαλύτερο σε μέγεθος νυχτερίδας που υπάρχει στην Κύπρο είναι γνωστό με την ονομασία νυχτοπάππαρος (νυχτοκόρακας). Αξίζει να αναφερθεί πως η Κύπρος αποτελεί τη μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που φιλοξενεί πληθυσμούς του συγκεκριμένου είδους και για το λόγο αυτό κατατάσσεται στα πιο σημαντικά είδη της κυπριακής πανίδας. Ο νυχτοπάππαρος τρέφεται αποκλειστικά με φρούτα , σε αντίθεση με τα υπόλοιπα είδη νυχτερίδων που τρέφονται μόνο με έντομα. Τόσο οι νυχτερίδες όσο και οι νυχτοπάππαροι καταπολεμήθηκαν άγρια στο παρελθόν, καθώς θεωρήθηκαν επιβλαβή για τις καλλιέργειες με αποτέλεσμα τα τελευταία χρόνια ο πληθυσμός τους να μειωθεί δραματικά. Στην πραγματικότητα όμως τα δυο αυτά είδη θηλαστικών είναι ιδιαίτερα ωφέλιμα ζώα για τον άνθρωπο και για το φυσικό οικοσύστημα γενικότερα.

Ένας μόνιμος κάτοικος του νησιού και προστατευόμενο είδος αποτελεί το ανθρωποπούλι. Το ανάλαφρο πέταγμα του σε συνδυασμό με τον νυκτόβιο χαρακτήρα του και την ανατριχιαστική φωνή του, του έδωσαν και την ονομασία χαροπούλι. Το ανθρωποπούλι αποτελεί ένα εξαιρετικό θηρευτή εξαιτίας της οξείας ακοής του και της δυνατότητας του να πετά χωρίς να γίνεται αντιληπτό από το θήραμά του. Τρέφεται κυρίως με τρωκτικά, όπως ποντικούς και αρουραίους και αυτό το καθιστά ιδιαίτερα ωφέλιμο για την προστασία των καλλιεργειών αποτελώντας ένα πολύ καλό σύμμαχο για τους γεωργούς.
Ένα άλλο πολύ σημαντικό πουλί και μόνιμος κάτοικος του νησιού αποτελεί και ο Γύπας ο πυρόχρους. Αποτελεί το μεγαλύτερο πουλί στη χώρα μας με μήκος που φτάνει το 1 μέτρο περίπου και με το άνοιγμα των φτερών του τα 2,5 μέτρα περίπου. Τρέφεται αποκλειστικά με ψοφίμια και μπορούν να πετάξουν μεγάλες αποστάσεις μέχρι 30 χιλιόμετρα για αναζήτηση της τροφής τους. Παλιά το πουλί αυτό αφθονούσε στην Κύπρο. Σήμερα όμως έχει περιοριστεί σε ελάχιστες περιοχές, κυρίως στους γκρεμούς της Επισκοπής.

Στην Κύπρο απαντώνται και δυο είδη ενδημικών φιδιών, το κυπριακό φίδι (Coluber Cypriensis) και το κυπριακό νερόφιδο (Natrix natrix cypriaca). Το κυπριακό φίδι έχει μήκος που φτάνει μέχρι και τα 115 cm. Συναντάται κυρίως στα δάση του Τροόδους, του Μαχαιρά και της Πάφου. Τρέφεται με σαύρες, φίδια, τρωκτικά, έντομα και δεν θεωρείται επικίνδυνο για τον άνθρωπο. Το κυπριακό νερόφιδο είναι πολύ σπάνιο είδος και δυστυχώς τα τελευταία χρόνια κινδυνεύει με αφανισμό, καθώς έχουν απομείνει μόνο μικροί πληθυσμοί του είδους αυτού σε μερικές μόνο περιοχές του νησιού. Είναι άριστος κολυμβητής και τρέφεται κυρίως με βατράχους. Δεν θεωρείται επικίνδυνο για τον άνθρωπο και ως μέτρο άμυνας του χρησιμοποιεί την έκκριση ενός δύσοσμου υγρού από τους αδένες του.
Δύο άλλα πολύ σημαντικά είδη ερπετών που συναντώνται στην Κύπρο είναι η Πράσινη Χελώνα και η Καρέττα καρέττα. Μάλιστα η Κύπρος αποτελεί μια από τις σημαντικότερες περιοχές της Μεσογείου όσο αφορά την ωοτοκία των δυο αυτών χελωνών. Διάφοροι παράγοντες οδήγησαν τα είδη αυτά προς εξαφάνιση και για το λόγο αυτό τα τελευταία χρόνια έχουν θεσπιστεί διάφορες νομοθεσίες με στόχο την άμεση προστασία τους. Η Πράσινη χελώνα αναπαράγεται κυρίως στην περιοχή της Λάρας/Ταξεύτρας στην περιοχή της Πάφου και στη βόρεια ακτή της κατεχόμενης Καρπασίας, ενώ η Καρέττα καρέττα τόσο στην περιοχή της Λάρας/Ταξεύτρας όσο και στον Κόλπο της Χρυσοχούς στην Πάφο.

Τα πιο πάνω αποτελούν μόνο ένα μέρος της κυπριακής πανίδας. Η τεράστια ανάπτυξη που σημειώθηκε στην Κύπρο κατά τις τελευταίες δεκαετίες δυστυχώς έχουν επιφέρει μεγάλες αλλαγές στο οικοσύστημα του νησιού και πολλά είδη άγριας ζωής έχουν τεθεί σε κίνδυνο. Μπορεί τα τελευταία χρόνια μέσα από διεθνείς και κρατικές νομοθεσίες , αλλά και από διάφορες οργανώσεις να γίνονται προσπάθειες για την προστασία τόσο της πανίδας όσο και της χλωρίδας του τόπου μας, εντούτοις αποτελεί ευθύνη του κάθε ατόμου ξεχωριστά να ευαισθητοποιηθεί και να κινητοποιηθεί ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα. Άλλωστε η φυσική και η οικονομική επιβίωση του ανθρώπινου είδους εξαρτάται άμεσα από την διατήρηση της βιολογικής ποικιλότητας.
Πηγή :
Κυπριακό Κέντρο Περιβαλλοντικής Έρευνας και Εκπαίδευσης (ΚΥ.Κ.Π.Ε.Ε.)
Τμήμα Δασών – Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος
