
Ο Χατζηγεωργάκης Κορνέσιος ήταν γόνος ιερατικής οικογένειας. Γεννήθηκε στην Κρήτου Τέρρα της επαρχίας Πάφου στα μέσα του 18ου αιώνα. Η οικογένεια του εγκαταλείπει το χωριό του και εγκαθίσταται στη Λευκωσία. Αποκτώντας αρκετή οικονομική άνεση δίνει τη δυνατότητα στον νεαρό Κορνέσιο να φοιτήσει στην Ελληνική Σχολή της Λευκωσίας. Εκεί μεταξύ άλλων διδάσκεται παράλληλα με την ελληνική γλώσσα και την τουρκική. Η πολύ καλή γνώση των δυο αυτών γλωσσών τον οδήγησε στο να διοριστεί το 1779 ως δραγομάνος, ένα πολύ υψηλό αξίωμα της εποχής. Ασχολείτο με τα φορολογικά και διοικητικά ζητήματα που αφορούσαν τον μουχασίλη και τους αγάδες από την μια και τους αρχιερείς και τους κοτζαμπάσηδες από την άλλη. Με την ανάρρησή του στο αξίωμα του δραγομάνου θα νυμφευθεί και την ανιψιά του αρχιεπισκόπου Χρύσανθου, την Μαρουδιά Παυλίδη, με την οποία απέκτησε έξι παιδιά.

Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος (1767 - 1810). Ένας απο τους σημαντικότερους Κύπριους αρχιερείς των χρόνων της Τουρκοκρατίας.
Ο Χατζηγεωργάκης έχαιρε μεγάλης εκτίμησης και σεβασμού από το λαό και τους κληρικούς. Η δύναμη του και το κύρος του θα αυξηθεί, όταν σε συνεργασία με τους κληρικούς, κατορθώνουν να πείσουν τον μεγάλο βεζύρη στην Κωνσταντινούπολη να καθαιρέσει τον τυραννικό κυβερνήτη Χατζημπακκή από τον αξίωμα του. Ο Χατζημπακκής δρούσε αυθαίρετα, πλουτίζοντας με το να επιβάλλει βαριές φορολογίες στους Έλληνες του νησιού. Η επιτυχία αυτή του Χατζηγεωργάκη θα επισφραγιστεί και με την απονομή του τίτλου του ισόβιου Δραγομάνου της Κύπρου, το 1796, από το Σουλτάνο Σελήμ Γ’.
Το αξίωμα αυτό του έδωσε την ευκαιρία να αποκτήσει αξιόλογη πολιτική δύναμη και να συσσωρεύσει μια τεράστια περιουσία. Ο Χατζηγεωργάκης με τη δύναμη και τα πλούτη που απέκτησε δεν τα χρησιμοποιούσε μόνο για δικό του όφελος αλλά ενίσχυε οικονομικά και την εκκλησία, κάνοντας αρκετές αγαθοεργίες και δωρεές. Ανάμεσα στις σημαντικότερες του δωρεές ήταν το κτίσιμο δυο εκκλησιών αφιερωμένων στον Άγιο Γεώργιο, στην Αγλαντζιά και στην Αθαλάσσα, η κατασκευή ενός υδραγωγείου στη Λευκωσία, η συντήρηση της Ελληνικής Σχολής, η δωρεά δυο τσιφλικιών για να κτιστεί λεπροκομείο, προκειμένου να μην εκτελεστούν οι λεπροί της Κύπρου, όπως είχε διαταχθεί από τον τούρκο πασά κ.α. Παράλληλα με τη δύναμη και τις γνωριμίες του βοηθούσε τους Χριστιανούς από τις διάφορες αυθαιρεσίες των Τούρκων.

Αρχοντικό Χατζηγεωργάκη Κορνέσιου
Παρόλα αυτά η άνοδος και ο πλουτισμός του Χατζηγεωργάκη έκανε τους Τούρκους αγάδες να μην το βλέπουν με καλό μάτι και να σχεδιάζουν την εξολόθρευση του. Ιδιαίτερα η άνοδος του ρόλου του Δραγομάνου και του Αρχιεπισκόπου στα πολιτικά ζητήματα του νησιού και ο παραγκωνισμός των ιδίων, προκάλεσε την έντονη ανησυχία και το φθόνο των αγάδων. Από την άλλη μια μερίδα του λαού ήταν δυσαρεστημένη από τις βαριές φορολογίες και επομένως και με τον Χατζηγεωργάκη που ήταν υπεύθυνος για την είσπραξη τους. Αυτή η δυσαρέσκεια εκδηλώθηκε το 1804 με την εξέγερση τόσο των Ελλήνων της Κύπρου όσο και των Οθωμανών εναντίον των τουρκικών αρχών, οι οποίες κατόρθωσαν να στρέψουν τα πυρά ενάντια του Δραγομάνου και της Εκκλησίας της Κύπρου. Το αρχοντικό του Χατζηγεωργάκη παραβιάστηκε και λεηλατήθηκε από το εξαγριωμένο πλήθος, ενώ ο ίδιος με την οικογένεια του διέφυγαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου και παρέμειναν για τρία χρόνια. Αυτή ήταν και η αρχή του τέλους για το κύρος του Κορνέσιου.
Ο δραγομάνος διόρισε στη θέση του ως επίτροπο, τον βοηθό του, Νικόλαο Νικολαΐδη, ο οποίος δεν άργησε να εκμεταλλευτεί τη θέση του και να πλουτίσει, συνεργαζόμενος με τον μουχασίλη και εφαρμόζοντας τυραννικές μεθόδους για την είσπραξη των φόρων. Το 1807 ο Κορνέσιος επιστρέφει στην Κύπρο για να ελέγξει τους λογαριασμούς του Νικολαΐδη. Ο Νικολαΐδης και ο μουχασίλης για να αποφύγουν τη λογοδοσία για τις αυθαιρεσίες τους, έστειλαν συκοφαντική αναφορά σε βάρος του Κορνέσιου στο Σουλτάνο. Μαζί τους είχαν υποστηρικτή και το Γάλλο πρόξενο Regnault, ο οποίος θεωρούσε πως ο Κορνέσιος και οι Κύπριοι αρχιερείς ήταν ρωσόφιλοι και πως έβλεπαν τους Γάλλους σαν εχθρούς. Με απόφαση λοιπόν της Υψηλής Πύλης εκδόθηκε διάταγμα για σύλληψη του Χατζηγεωργάκη και έλεγχο των λογαριασμών του για τα τελευταία είκοσι χρόνια. Μάταια ο Χατζηγεωργάκης προσπαθούσε να αποδείξει την αθωότητά του. Οι προσπάθειες των Άγγλων και Ρώσων πρεσβευτών να τον σώσουν έπεσαν στον κενό. Ο Χατζηγεωργάκης Κορνέσιος, τον Μάρτιο του 1809 αποκεφαλίστηκε στην Κωνσταντινούπολη, με εντολή του νέου βεζύρη Γιουσούφ Ζιά, που έτρεφε άλλωστε ιδιαίτερο μίσος εναντίον του Κορνέσιου. Μετά την εκτέλεση του η οικογένειά του υπέστη πολλές διώξεις και ταλαιπωρίες, ενώ η περιουσία της δημεύθηκε.

Κατάλοιπο των ιστορικών αυτών γεγονότων αποτελεί το αρχοντικό του Χατζηγεωργάκη Κορνέσιου. Το αρχοντικό είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά δείγματα της κυπριακής αστικής αρχιτεκτονικής του 18ου αιώνα με επιρροές από την αρχιτεκτονική της μεσαιωνικής περιόδου. Είναι ένα μεγάλο διώροφο, πετρόκτιστο σπίτι, στο κέντρο της παλιάς Λευκωσίας, όχι μακριά από την Αρχιεπισκοπή. Σήμερα λειτουργεί ως Εθνολογικό Μουσείο όπου, με τη βοήθεια ποικίλου εποπτικού υλικού, αλλά και αυθεντικών αντικειμένων της εποχής , δίνεται η δυνατότητα στον επισκέπτη να γνωρίσει την ιστορία της οικογένειας Χατζηγεωργάκη, αλλά και τη διαδικασία αποκατάστασης του αρχοντικού. Εκτίθενται επίσης διάφορα αντικείμενα της βυζαντινής, μεσαιωνικής εποχής, καθώς και της τουρκοκρατίας. Αξίζει να αναφερθεί πως το 1988 η αποκατάσταση της οικίας τιμήθηκε με το βραβείο Europa Nostra.
