Μια μέρα ο Διογένης καθισμένος στο κατώφλι ενός σπιτιού έτρωγε ένα πιάτο φακές. Στην αρχαιότητα οι φακές θεωρείτο φτωχικό φαγητό και για να καταλήξει κάποιος να τρώει το συγκεκριμένο φαγητό σήμαινε πως βρισκόταν σε μεγάλη ανέχεια. Πέρασε τότε δίπλα από το Διογένη ένας απεσταλμένος του άρχοντα και βλέποντας τον να τρώει φακές του λέει: «Διογένη εάν μάθαινες να μην είσαι τόσο ανυπότακτος και αν κολάκευες λίγο τον άρχοντα δεν θα έφτανες στο σημείο να τρως φακές». Ο Διογένης σταμάτησε να τρώει και σήκωσε το βλέμμα του προς τον συνομιλητή του λέγοντας του «Α φουκαρά αδελφέ μου, εάν μάθαινες να τρως λίγες φακές, δεν θα ήσουν αναγκασμένος να υπακούς και να κολακεύεις συνεχώς τον άρχοντα».
Αναφορά στις φακές γίνεται και στην Παλαιά Διαθήκη όπου ο Ησαύ, ο πρωτότοκος γιος του Ισαάκ και της Ρεβέκκας , εξαιτίας της εξάντλησης του από την πείνα, κατέληξε σε συμφωνία με τον μικρότερο αδελφό του, του οποίου παραχώρησε τα πρωτοτόκια (τα νομικά δικαιώματα κληρονομιάς των πρωτότοκων γιων) με αντάλλαγμα ένα πιάτο φακής. Από τότε επικράτησε και η γνωστή παροιμιώδης φράση «αντί πινακίου φακής» που σημαίνει με ελάχιστο τίμημα, με πολύ χαμηλό αντίτιμο.

Η φακή μπορεί να θεωρείτο φτωχικό τρόφιμο, παρόλα αυτά αρκετοί αρχαίοι το μνημονεύουν με την παροιμιώδη φράση τη φακή μύρον (το μύρον στη φακή) που σημαίνει κάτι πολύτιμο σε ευτελές. Ο Ιπποκράτης θεωρούσε την αναποφλοίωτη φακή πως προκαλεί κοιλιακά προβλήματα σε αντίθεση με το ζωμό της φακής, τον οποίο συνιστούσε κατά των πόνων της καρδίας, της δύσπνοιας και σε παθήσεις του ύπατος. Το ίδιο και ο αρχαίος ιατρός Γαληνός εξαίρει τις θεραπευτικές ιδιότητες του ζωμού της φακής στην αντιμετώπιση της διάρροιας, της δυσεντερίας και των μητρορραγιών στις γυναίκες. Η φακή απέκτησε αρνητική φήμη κατά την περίοδο του Μεσαίωνα, όπου και θεωρήθηκε πως διαθέτει αντιαφροδισιακές ιδιότητες και πως για το λόγο αυτό καταναλωνόταν αρκετά από τους μοναχούς στα μοναστήρια.
Πλήθος ευρημάτων φανερώνουν την καλλιέργεια και την κατανάλωση της φακής ήδη από την παλαιολιθική και μεσολιθική εποχή σε περιοχές της Μεσοποταμίας. Κατά τη νεολιθική εποχή η φακή καλλιεργείται στην Ελλάδα και από εκεί και έπειτα διαδίδεται και σε άλλες περιοχές της Μεσογείου. Η καλλιέργεια της φακής ήταν επίσης γνωστή στους αρχαίους Αιγύπτιους, τους Εβραίους και τους Ρωμαίους. Σήμερα η Ινδία και ο Καναδάς είναι οι πρώτες χώρες στην παραγωγή της φακής, ενώ ακολουθούν η Αυστραλία, το Νεπάλ και η Τουρκία.

Η φακή που φέρει την επιστημονική ονομασία «Φακός ο μαγειρικός» (Lens Culinaris) είναι αγγειόσπερμο, δικότυλο φυτό και ανήκει στην οικογένεια των Κυαμοειδών. Υπάρχουν διάφορες ποικιλίες με διαφορετικού μεγέθους και χρώματος σπέρματα, όπως ξανθά, πράσινα και καστανά. Οι φακές έχουν διάμετρο 3 με 10 εκατοστά. Καλλιεργούνται με λιπάσματα φωσφόρου και καλίου σε χωράφια που είναι πλούσια σε ασβέστιο. Η σπορά λαμβάνει χώρα τους φθινοπωρινούς μήνες ή την άνοιξη, ενώ η συγκομιδή των φυτών γίνεται το καλοκαίρι.
Κατά τον 19ο αιώνα οι φακές, όπως και τα υπόλοιπα όσπρια, πήραν την ονομασία «το κρέας του φτωχού» και όχι τυχαία. Οι φακές είναι πλούσιες σε περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες και μέταλλα όπως τον απαραίτητο σίδηρο. Περιέχουν επίσης ασβέστιο, μαγνήσιο, φώσφορο, κάλιο, νάτριο, ψευδάργυρο, φολικό οξύ, βιταμίνη Α όλα απαραίτητα συστατικά για μια υγιεινή διατροφή. Καθότι όμως αποτελεί ένα δύσπεπτο τρόφιμο θα πρέπει να καταναλώνεται με φειδώ, όπως άλλωστε και όλα τα όσπρια.

Στην Κύπρο από την αρχαιότητα ακολουθήθηκε η μεσογειακή διατροφή, στην οποία πρωτεύοντα ρόλο είχαν και τα όσπρια. Ο Σώπατρος ο Πάφιος στο έργο του Βακχίς αναφέρεται στο «φάκινον άρτον» (ψωμί από αλεσμένη φακή) που αποτελούσε ένα ευτελές τρόφιμο, ενώ σε μορφή ζωμού περιχυμένο με ξύδι συνήθιζαν να το προσφέρουν στα περίδειπνα, δηλαδή τα γεύματα προς τιμή των νεκρών. Επίσης αναφορά γίνεται και στον κόγχον, ένα πηκτό ζωμό από όσπρια, κυρίως φακές και κουκιά. Σήμερα στην Κύπρο οι φακές τρώγονται συνήθως σε μορφή σούπας μαζί με ρύζι και κρεμμύδι, γνωστές ως φακές μουτζέντρα. Την Μεγάλη Παρασκευή σε ανάμνηση του όξους που έδωσαν οι Ρωμαίοι στρατιώτες στο Χριστό, συνηθίζεται να μαγειρεύουν στα κυπριακά νοικοκυριά φακές με ξύδι.
