
Το αρσενικό αγρινό είναι πολύ πιο εντυπωσιακό από το θηλυκό, καθώς παρουσιάζει αλλαγή στα χαρακτηριστικά του αναλόγως της εποχής. Το τρίχωμα του, κατά τη χειμερινή περίοδο, είναι βαρύ, καφέ χρώματος με πιο έντονες σκούρες αποχρώσεις στο μπροστινό μέρος του λαιμού, τη ράχη και το θώρακα. Κατά την καλοκαιρινή περίοδο το τρίχωμα του γίνεται πιο ελαφρύ και το χρώμα του πιο ανοιχτόχρωμο. Επίσης το αρσενικό αγρινό σε αντίθεση με το θηλυκό φέρει κέρατο σε σχήμα δρεπανιού, ενώ το βάρος του κυμαίνεται γύρω στα 35 κιλά.. Από την άλλη το θηλυκό φέρει το ίδιο χρώμα, ανοιχτό καστανό, σε όλη τη διάρκεια του χρόνου, δεν φέρει κέρατο, ενώ το βάρος του δεν ξεπερνά τα 25 κιλά.

Τα αγρινά ζουν σε αγέλες του ίδιου γένους δηλ. τα αρσενικά συγκροτούν τη δική τους αγέλη και αντίστοιχα τα θηλυκά. Μόνο την περίοδο του ζευγαρώματος, αρχές Οκτωβρίου με τέλη Νοεμβρίου, τα αρσενικά αγρινά εγκαταλείπουν τις ομογενείς αγέλες τους και εντάσσονται στις αγέλες των θηλυκών με σκοπό την αναπαραγωγή. Τα θηλυκά αγρινά εφόσον κυοφορήσουν για πέντε μήνες θα γεννήσουν ένα ή το πολύ δύο μικρά. Η γεννητική περίοδος καλύπτεται την εποχή της Άνοιξης και πιο συχνά τον μήνα Απρίλιο.

Από ιστορικές πηγές διαφαίνεται η ύπαρξη άφθονων αγρινών κατά την ελληνορωμαϊκή και βυζαντινή περίοδο, σε διάφορες ορεινές περιοχές της Κύπρου, έτσι ώστε να αποτελέσει δημοφιλές θήραμα για την αριστοκρατία της τότε εποχής. Τα αγρινά, τα οποία απεικονίζονται σε αρχαιολογικά ευρήματα και αγγεία, έφεραν στο παρελθόν και την ονομασία «κριοί» και «αγριοπρόβατα». Σήμερα ο πληθυσμός των αγρινών έχει περιοριστεί αποκλειστικά στην οροσειρά του Τροόδους και κυρίως στο δάσος της Πάφου. Στο Σταυρό της Ψώκας υπάρχει ένας έγκλειστος χώρος με αγρινά όπου κάποιος μπορεί να τα δει και να τα θαυμάσει.

Η λαθροθηρία, η θανάτωση για να μην καταστρέφονται οι γεωργικές καλλιέργειες, η καταδίωξη από αδέσποτα και κυνηγετικά σκυλιά, η έλλειψη πολιτικής για την προστασία τους, οδήγησαν σταδιακά στον αφανισμό των αγρινών. Για το λόγο αυτό, κατόπιν έντονων πιέσεων του Τμήματος Δασών, το 1938 υπήρξε τροποποίηση του νόμου περί Θήρας και σύμφωνα με τις τροπολογίες το Δάσος της Πάφου κηρύχτηκε σε μόνιμη ζώνη απαγόρευσης του κυνηγιού, ενώ απαγορεύτηκε και η είσοδος στους βοσκούς με τα κοπάδια τους. Μάλιστα, έπειτα από σχετική έρευνα που εκπονήθηκε το 1996, από Κύπριους και Καναδούς μελετητές, συγκροτήθηκε, από το Ταμείο Θήρας, εξειδικευμένη ομάδα προστασίας των αγρινών, που ανέλαβε την παρακολούθηση του πληθυσμού, με την ετήσια διεξαγωγή καταμετρήσεων, τον ετήσιο έλεγχο των γεννήσεων, τη βελτίωση του χώρου διαβίωσης τους κ.α. Όλα αυτά οδήγησαν στην αύξηση του πληθυσμού των αγρινών, όπου σήμερα υπολογίζεται στις 3000 με συνεχή αυξητική τάση.

Οφείλουμε λοιπόν να προστατεύσουμε το αγρινό, καθώς αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της πανίδας του νησιού και ένα από τα σημαντικότερα σύμβολά μας. Διόλου λοιπόν τυχαία απεικονίζεται σε κυπριακά νομίσματα, σε γραμματόσημα του Κυπριακού Ταχυδρομείου, ενώ μέχρι πρότινος αποτελούσε το έμβλημα του εθνικού μας αερομεταφορέα.