Αφήνοντας πίσω του την Πόλη Χρυσοχούς στην επαρχία Πάφου και ακολουθώντας μια παραθαλάσσια διαδρομή 10 λεπτών, φτάνει κανείς στο χωριό Γιαλιά. Από εκεί, διανύοντας μια υπέροχη διαδρομή 15-20 λεπτών κάτω από τη δροσιστική σκιά των πεύκων, βρίσκει τη Μονή της Παναγιάς της Χρυσογιαλιώτισσας.

Ιδρύθηκε στο β' μισό του 10ου αι. μ. Χ. από τον βασιλιά της Γεωργίας Δαυίδ Γ' τον Κουροπαλάτη και τέθηκε αμέσως υπό την προστασία όλων των βασιλέων της Γεωργίας συνιστώντας ένα δυναμικό κέντρο ανάπτυξης του γεωργιανού πολιτισμού στην Κύπρο. Ήταν ένα πολύ πλούσιο μοναστήρι όπου λειτουργούσε και σπουδαίο εργαστήρι αντιγραφής χειρογράφων.

Το καθολικό της μονής ανήκει στον τύπο του τρίκογχου ναού με τρούλο. Είναι μοναδικός στην Κύπρο, αλλά συναντάται πολύ συχνά στη Γεωργία και συγκεκριμένα στη περιοχή του Τάο-Κλαρτζέτι (σημερινή ΒΑ Τουρκία) από όπου καταγόταν ο Δαυίδ Γ' ο Κουροπαλάτης. Στο εσωτερικό του ναού σώζονται κάποιες από τις παραστάσεις που το διακοσμούσαν: η βάπτιση του Χριστού στη νότια αψίδα, ο Επιτάφιος Θρήνος στη βόρεια, οι 12 Ιεράρχες στο Ιερό Βήμα. Όλες οι τοιχογραφίες ανήκουν στο καλλιτεχνικό ρεύμα της εποχής των Κομνηνών (12ος αι).
Στα βόρεια του καθολικού ιδρύθηκε τον 11ο αι. το παρεκκλήσι του Αγ. Γεωργίου με παράσταση του έφιππου αγίου και συνοδευτική επιγραφή. Δυτικά του παρεκκλησίου χτίστηκε διώροφο κωδωνοστάσιο.

Επί βασιλείας Ταμάρ (12ος-13ος αι.) ξεκίνησε η επόμενη οικοδομική φάση της μονής. Χτίστηκαν ακόμα ένα παρεκκλήσι, μια πύλη, καθώς και μια δεξαμενή νερού με πήλινο αγωγό και κρήνη. Στα τέλη του 13ου αι. ανοικοδομήθηκε στη νότια πλευρά μια μεγάλη πύλη με 4 πεσσούς όπου σώζονται γεωργιανές επιγραφές του 13ου και 14ου αι.

Στα ΒΑ της μονής βρίσκεται ο διώροφος κοιμητηριακός ναός του Αγ. Νικολάου, όπου τοποθετήθηκαν τα οστεοφυλάκια των μοναχών. Η μονή υδρευόταν από ένα μύλο ο οποίος βρισκόταν κοντά στη όχθη του ποταμού που διαρρέει τη Γιαλιά.

Το μοναστήρι υπέστη πολλές καταστροφές από ισχυρούς σεισμούς. Εγκαταλείφτηκε οριστικά το 1571 μετά την κατάκτηση της Κύπρου από τους Οθωμανούς. Οι ανασκαφές έφεραν στο φως εφυαλωμένη κεραμεική, διάφορα μεταλλικά αντικείμενα (σταυρό, ορειχάλκινο θυμιατήρι κλπ) καθώς και χρυσά και αργυρά νομίσματα των Βυζαντινών και των Λουζινιανών. Σήμερα το μοναστήρι σώζεται σε πολύ κατάσταση και είναι επισκέψιμο χάρη σε μια εντυπωσιακή προστατευτική κατασκευή που καλύπτει τα κτίσματά του.