Η εκκλησία βρίσκεται στο νοτιοδυτικό μέρος του χωριού και αποτελεί τη μεγαλύτερη εκκλησία της. Κτίσμα της μεσαιωνικής περιόδου αποτελούσε την εκκλησία του φεουδάρχη και της οικογένειάς του.

Είναι ένας μονόκλιτος καμαροσκέπαστος ναός σε ρυθμό βασιλικό, με την είσοδο να βρίσκεται στο μέσο του νότιου τοίχου. Το ιδιαίτερο στοιχείο της εκκλησίας αποτελούσαν οι τοιχογραφίες(15ου με 16ου αιώνα) που κοσμούσαν το εσωτερικό και την οροφή του ναού, με σκηνές από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, επηρεασμένες από την ιταλική ζωγραφική. Δυστυχώς στην πορεία του χρόνου, με την επέκταση του ναού, κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, οι τοιχογραφίες καλύφθηκαν με παχύ στρώμα ασβέστη. Ελάχιστες πλέον τοιχογραφίες διασώζονται σήμερα με σημαντικότερη αυτήν της Παναγίας της Παντάνασσας, που βρίσκεται στην πλευρά του γυναικωνίτη. Η τοιχογραφία απεικονίζει τη Θεοτόκο μεταξύ των αρχαγγέλων και της οικογένειας των δωρητών, των οποίων τα ονόματα παραμένουν άγνωστα.

Το εικονοστάσι του ναού αποτελείτο από σημαντικής αξίας παλιές εικόνες που σήμερα έχουν φυλαχθεί και αντικατασταθεί με νέες. Μόνο η εικόνα της Παντανάσσας, αριστούργημα του 14ου αιώνα, διατηρείται μέχρι σήμερα στο προσκυνητάρι. Επίσης πολύ σημαντικό κειμήλιο αποτελεί και ο επιτάφιος, ο οποίος είναι από τους πιο αρχαίους που διατηρούνται μέχρι σήμερα και είναι κεντημένος με καθαρό μετάξι. Ο ναός στην πάροδο του χρόνου έχει δεχτεί επιδιορθώσεις και ανακαινίσεις.

Αξίζει να αναφερθεί πως η Χούλου, κατά τα έτη βασιλείας του Φράγκου βασιλιά Πέτρου του Α’, ανήκε στο φεουδάρχη Ιωάννη ντε Μοντολίφ, του οποίου η σύζυγος υπήρξε η Ιωάννα ντ’ Αλεμάν, μια από τις ερωμένες του βασιλιά του Πέτρου του Α’. Τα τρία αυτά ιστορικά πρόσωπα, μαζί με τη βασίλισσα Ελεονόρα, κρύβονται πίσω από το μεσαιωνικό τραγούδι της «Αροδαφνούσας».